ΟΗΕ: Έλληνες ο πιο δυστυχισμένος λαός στον αναπτυγμένο κόσμο....

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη....


Κάποτε οι Έλληνες δήλωναν – και για πολλούς ήταν – από τους πιο ευτυχισμένους λαούς του πλανήτη. Το κλίμα, ο… ήλιος και η θάλασσα, σε συνδυασμό με την επίπλαστη ευφορία της ανάπτυξης με δανεικά συντηρούσαν σε υψηλό επίπεδο τον «δείκτη ευτυχίας». Είναι, όμως, τόσο δραματικές οι επιπτώσεις της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης που βιώνει η χώρα μας την τελευταία δεκαετία που πλέον εμφανίζει ανάλογα επίπεδα ευτυχίας με τη Μογγολία και τη Νιγηρία και χαμηλότερα επίπεδα από τον Άγιο Δομίνικο, το Πακιστάν, τη Λιβύη και την Αργεντινή….
Και μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να ανήλθε στην εξουσία υποσχόμενος ότι θα σκίσει τα μνημόνια και θα επαναφέρει τους Έλληνες στα προ κρίσης επίπεδα, ωστόσο κρίνοντας από τα ευρήματα της έκθεσης «World Happiness Report», που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το Δίκτυο για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, η Ελλάδα κερδίζει… επάξια τον τίτλο της πιο μίζερης χώρας στον ανεπτυγμένο κόσμο για την περίοδο 2016-2018.
Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους: Η Ελλάδα είναι σήμερα μακράν η πιο δυστυχισμένη χώρα μεταξύ των μελών του ΟΟΣΑ, ενώ στην παγκόσμια κατάταξη καταλαμβάνει την 82η θέση επί συνόλου 156 κρατών. Οι Έλληνες, επίσης, δηλώνουν ότι είναι ο πιο δυστυχισμένος λαός στην Ευρωζώνη, ενώ σε ολόκληρη την Ευρώπη οι μοναδικές χώρες που είναι πιο «μίζερες» από εμάς είναι τα Σκόπια, η Βουλγαρία και η Αλβανία. Την ίδια ώρα, ωστόσο, είμαστε στην 21η θέση όσον αφορά το προσδόκιμο ζωής. Ζούμε πολύ αλλά όχι καλά και χωρίς ελευθερία στις επιλογές μας.
Το γιατί φαίνεται στα στοιχεία που ακολουθούν: Σε επίπεδο ελευθερίας – η ελευθερία που έχουν οι πολίτες στο να επιλέξουν τι θα κάνουν στη ζωή τους – , η Ελλάδα βρίσκεται στην 150η θέση, όταν χαμηλότερα βρίσκονται μόνο η Μαυριτανία, η Αϊτή, η Συρία, το Νότιο Σουδάν και το Αφγανιστάν. Όσο υπερβολικοί και αν είμαστε οι Έλληνες στις απαντήσεις μας ή στις αντιδράσεις μας, τα στοιχεία δείχνουν την αντίληψη που έχουμε για το πόσο άλλαξε η ζωή μας τα τελευταία χρόνια.

Σε ότι αφορά την αντίληψη που έχουμε για τη διαφθορά στην κυβέρνηση και στον επιχειρηματικό κόσμο βρισκόμαστε στην 123η θέση, ενώ σε επίπεδο κοινωνικής στήριξης, καταλαμβάνουμε την 102η θέση. Το επίπεδο κοινωνικής στήριξης προκύπτει από τις απαντήσεις στο ερώτημα «σε περίπτωση που αντιμετωπίσετε πρόβλημα, έχετε συγγενείς ή φίλους στους οποίους μπορείτε να βασιστείτε;
Οι δέκα χώρες με τη μεγαλύτερη πτώση στον «δείκτη ευτυχίας» μεταξύ της περιόδου 2005-2008 και της περιόδου 2016-2018, βίωσαν ένα συνδυασμό οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης. Στην πρώτη πεντάδα βρίσκονται οι Υεμένη, Ινδία, Συρία, Μποτσουάνα και Βενεζουέλα, ακολουθεί η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και η Ελλάδα. Η χώρα μας, μάλιστα, είναι η μοναδική από τις χώρες που χτύπησε η παγκόσμια κρίση του 2008 που παραμένει ακόμη και σήμερα στην πρώτη δεκάδα, ενώ Ισπανία και Ιταλία βρίσκονται στην πρώτη 20άδα.
Στη γενική κατάταξη, ως η πιο ευτυχισμένη χώρα είναι για δεύτερη συνεχή χρονιά η Φινλανδία, στη δεύτερη η Δανία και στην τρίτη η Νορβηγία, τέταρτη η Ισλανδία και πέμπτη η Ολλανδία. Τη δεκάδα συμπληρώνουν οι Ελβετία, Σουηδία, Νέα Ζηλανδία, Καναδάς και Αυστρία. Η Μ. Βρετανία καταλαμβάνει τη 15η θέση, η Γερμανία τη 17η θέση και οι ΗΠΑ βρίσκονται στην 19η θέση.
Η έκθεση αναφέρεται και στο φαινόμενο της ανόδου του λαϊκισμού. Όπως τονίζεται, την τελευταία δεκαετία παρατηρήθηκε σημαντική άνοδος στην κυριαρχία των λαϊκιστικών κομμάτων, ιδιαίτερα στη Δυτική Ευρώπη όπου η Λέγκα του Βορρά και το Κίνημα Πέντε Αστέρων στην Ιταλία, το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία και το AfD στη Γερμανία να αυξάνουν σημαντικά την εκλογική τους επιρροή με ορισμένα να βρίσκονται ήδη σε κυβερνητικούς συνασπισμούς, σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στο γκρουπ των χωρών όπου οι λαϊκιστές έχουν ανέλθει στην εξουσία, μαζί με την Αυστρία, την Ουγγαρία και την Πολωνία.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης του ΟΗΕ, οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να ασχοληθούν με την πολιτική και να ψηφίσουν, αλλά και πιο πιθανό να ψηφίσουν τα παραδοσιακά κόμματα. Αυτό το συμπέρασμα έχει σημαντικές επιπτώσεις για τα εκλογικά κίνητρα με τα οποία βρίσκονται αντιμέτωποι οι πολιτικοί όσο βρίσκονται στην εξουσία. Οι πολιτικοί θα έπρεπε να έχουν επιπλέον κίνητρο να διασφαλίζουν την πολιτεία των πολιτών για να παραμένουν στην εξουσία.