Την ώρα που το ΔΝΤ επιμένει σε σημαντική απομείωση του ελληνικού χρέους, οι Ευρωπαίοι τάσσονται αναφανδόν κατά ενός κλασσικού κουρέματος. Μια αμιγώς «τεχνική συζήτηση» σχολιάζουν γερμανοί αναλυτές.
Με το ελληνικό χρέος να πλησιάζει απειλητικά το απαγορευτικό 200%
και εκ των πραγμάτων να μην είναι πλέον βιώσιμο, το ΔΝΤ ζητά από τους Ευρωπαίους να παραιτηθούν από σημαντικό μέρος των αξιώσεών τους προκειμένου να συνεχίσει να συμμετέχει στα προγράμματα στήριξης της Ελλάδας. Αναμφίβολα η «διάγνωση» της Ουάσιγκτον δεν είναι λανθασμένη. Εντούτοις προκαλεί μάλλον έκπληξη το γεγονός ότι αυτή τη φορά το Ταμείο επιμένει τόσο σθεναρά στην τήρηση των κανόνων τους οποίους το ίδιο παραβίασε το 2010, όταν το ελληνικό χρέος δεν ήταν επίσης βιώσιμο.Όπως σχολιάζει ο Ρολφ Λανγκχάμερ, από το Ινστιτούτο της Παγκόσμιας Οικονομίας στο Κίελο: «Το ΔΝΤ τελεί υπό τις ασφυκτικές πιέσεις των μετόχων του. Ειδικώς οι αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες εκτιμούν ότι είχαν τύχει πολύ σκληρότερης μεταχείρισης από ότι η Ελλάδα».
Χαμηλοί τόκοι, μεγάλη διάρκεια αποπληρωμής
«Μια χώρα είναι ένα αέναης διάρκειας επενδυτικό πρότζεκτ. Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι να αποπληρώνει τα χρέη της, αλλά να είναι σε θέση να ανταποκρίνεται στις καθημερινές της υποχρεώσεις».Με άλλα λόγια, μια χώρα πρέπει, επί της αρχής, να είναι σε θέση να αποπληρώνει τους τόκους των δανείων της μέσα από την οικονομική της ανάπτυξη. Τα επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας είναι στην παρούσα φάση πολύ χαμηλά. Για τα προσφερόμενα πακέτα βοήθειας η ΕΕ και το EFSF ζητούν τόκους που κυμαίνονται μεταξύ 0,6 και 1,3 %. Μεγαλύτερα επιτόκια καταβάλλονται στην ΕΚΤ, ωστόσο η ευρωτράπεζα τα επιστρέφει στην Αθήνα. Υψηλότερα επιτόκια για το δικό του μερίδιο ζητά μόνον το ΔΝΤ.Όσον αφορά την εξόφληση δανείων το ζητούμενο είναι η αντικατάσταση παλιών με νέα δάνεια. Υπό κανονικές συνθήκες μια χώρα μπορεί να αναχρηματοδοτηθεί στις αγορές. Δεδομένου ότι στην περίπτωση της Ελλάδας αυτόν δεν είναι εφικτό, τη ροή του χρήματος διασφαλίζουν οι διεθνείς πιστωτές της χώρας. Οι Ευρωπαίοι έχουν δεχτεί την παράταση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων που ξεκινά ουσιαστικά το 2021. Ο μοναδικός θεσμός που δεν επιδεικνύει συμβιβαστική διάθεση σε αυτό το θέμα, για ευνόητους βέβαια λόγους, είναι το ΔΝΤ.
Προς ένα έμμεσο κούρεμα
Με το ελληνικό χρέος να πλησιάζει απειλητικά το απαγορευτικό 200%
και εκ των πραγμάτων να μην είναι πλέον βιώσιμο, το ΔΝΤ ζητά από τους Ευρωπαίους να παραιτηθούν από σημαντικό μέρος των αξιώσεών τους προκειμένου να συνεχίσει να συμμετέχει στα προγράμματα στήριξης της Ελλάδας. Αναμφίβολα η «διάγνωση» της Ουάσιγκτον δεν είναι λανθασμένη. Εντούτοις προκαλεί μάλλον έκπληξη το γεγονός ότι αυτή τη φορά το Ταμείο επιμένει τόσο σθεναρά στην τήρηση των κανόνων τους οποίους το ίδιο παραβίασε το 2010, όταν το ελληνικό χρέος δεν ήταν επίσης βιώσιμο.Όπως σχολιάζει ο Ρολφ Λανγκχάμερ, από το Ινστιτούτο της Παγκόσμιας Οικονομίας στο Κίελο: «Το ΔΝΤ τελεί υπό τις ασφυκτικές πιέσεις των μετόχων του. Ειδικώς οι αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες εκτιμούν ότι είχαν τύχει πολύ σκληρότερης μεταχείρισης από ότι η Ελλάδα».
Χαμηλοί τόκοι, μεγάλη διάρκεια αποπληρωμής
Ο καθηγητής Ρολφ Λανγκχάμερ, από το Ινστιτούτο της Παγκόσμιας Οικονομίας
Αυτό που λείπει από τους υπολογισμούς του Ταμείου, σύμφωνα με τον ειδικό, είναι ο ακριβής διαχωρισμός των επιβαρύνσεων ανάμεσα στην εξυπηρέτηση του χρέους και τα χρεολύσια:«Μια χώρα είναι ένα αέναης διάρκειας επενδυτικό πρότζεκτ. Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι να αποπληρώνει τα χρέη της, αλλά να είναι σε θέση να ανταποκρίνεται στις καθημερινές της υποχρεώσεις».Με άλλα λόγια, μια χώρα πρέπει, επί της αρχής, να είναι σε θέση να αποπληρώνει τους τόκους των δανείων της μέσα από την οικονομική της ανάπτυξη. Τα επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας είναι στην παρούσα φάση πολύ χαμηλά. Για τα προσφερόμενα πακέτα βοήθειας η ΕΕ και το EFSF ζητούν τόκους που κυμαίνονται μεταξύ 0,6 και 1,3 %. Μεγαλύτερα επιτόκια καταβάλλονται στην ΕΚΤ, ωστόσο η ευρωτράπεζα τα επιστρέφει στην Αθήνα. Υψηλότερα επιτόκια για το δικό του μερίδιο ζητά μόνον το ΔΝΤ.Όσον αφορά την εξόφληση δανείων το ζητούμενο είναι η αντικατάσταση παλιών με νέα δάνεια. Υπό κανονικές συνθήκες μια χώρα μπορεί να αναχρηματοδοτηθεί στις αγορές. Δεδομένου ότι στην περίπτωση της Ελλάδας αυτόν δεν είναι εφικτό, τη ροή του χρήματος διασφαλίζουν οι διεθνείς πιστωτές της χώρας. Οι Ευρωπαίοι έχουν δεχτεί την παράταση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων που ξεκινά ουσιαστικά το 2021. Ο μοναδικός θεσμός που δεν επιδεικνύει συμβιβαστική διάθεση σε αυτό το θέμα, για ευνόητους βέβαια λόγους, είναι το ΔΝΤ.
Προς ένα έμμεσο κούρεμα
Το ΔΝΤ τελεί υπό τις ασφυκτικές πιέσεις των μετόχων του, σύμφωνα με τον Ρ. Λανγκχάμερ.Εν ολίγοις, τα επιτόκια που καλείται να καταβάλει η Ελλάδα είναι σχετικά χαμηλά ενώ η εξόφληση των δανείων έχει μετατεθεί σημαντικά. Το δάνειο ύψους 21 δις που δόθηκε από το ΔΝΤ είναι το ακριβότερο και λιγότερο ευέλικτο, ωστόσο και το πιο μικρό. Όταν όμως το Ταμείο επιμένει στην ελάφρυνση του χρέους που αφορά τους Ευρωπαίους, τότε παραβλέπει ότι αυτό δεν θα επηρεάσει σημαντικά τη δημοσιονομική κατάσταση. Ακόμη και μετά από ένα ενδεχόμενο κούρεμα λέει ο γερμανός οικονομολόγος, η κατάσταση δεν θα ήταν ρόδινη για την Ελλάδα. «Η Ελλάδα διαθέτει μια αδύναμη εξαγωγική βάση. Χωρίς σαφή αύξηση των εξαγωγών, η χώρα δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της».Γενικότερα, όπως εκτιμά ο ειδικός, αυτό που λείπει περισσότερο στην Ελλάδα και πέρα από την υλοποίηση βασικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, είναι ένα επιχειρηματικό μοντέλο που θα φέρει την ανάπτυξη.Παρά τις διαφωνίες μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωπαίων για το χρέος πάντως, ο ειδικός είναι βέβαιος ότι η Ουάσιγκτον θα συμμετέχει εντέλει και στο τρίτο πρόγραμμα. Ο ίδιος εκτιμά ότι το Βερολίνο θα υπαναχωρήσει και θα συναινέσει σε ακόμη μεγαλύτερη μείωση των επιτοκίων και νέα παράταση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων, αποδεχόμενο ουσιαστικά ένα έμμεσο κούρεμα του χρέους.
Ντανχόνγκ Ζανγκ / Κώστας Συμεωνίδης