Δυσβάσταχτους φόρους θα επωμιστούν χιλιάδες ιδιοκτήτες που το 2016 έλαβαν χαμηλά εισοδήματα από ενοίκια ή και ακόμα χαμηλότερα από περιστασιακή απασχόληση. Οι υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων κατά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων προσδιορίζουν το ύψος των φορολογητέων εισοδημάτων με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης…
Φορολογικό σοκ αναμένει όμως και τους δικαιούχους πολύ μικρών ποσών οικογενειακών επιδομάτων του ΟΓΑ, οι οποίοι το 2016 απέκτησαν ταυτόχρονα και πολύ χαμηλά εισοδήματα από ενοίκια. Όπως αποκαλύπτει ο «Ελεύθερος Τύπος», στις περιπτώσεις αυτές, επειδή τα δηλούμενα εισοδήματα είναι πάρα πολύ χαμηλά, οι υπηρεσίες της πρώην Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και νυν Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, κατά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων προσδιορίζουν το ύψος των φορολογητέων εισοδημάτων με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης. Δηλαδή, σε κάθε τέτοια περίπτωση λαμβάνουν υπόψη τους το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης των 3.000 ευρώ που ισχύει για τον άγαμο φορολογούμενο ή των 2.500 ευρώ που ισχύει για τον έγγαμο και προσθέτουν στο ποσό αυτό τυχόν επιπλέον ποσά τεκμηρίων διαβίωσης, εφόσον ο φορολογούμενος διέμεινε, κατά τη διάρκεια του 2016, σε κατοικία ιδιόκτητη, ενοικιαζόμενη ή δωρεάν παραχωρηθείσα ή εφόσον κατείχε και κάποιο Ι.Χ. αυτοκίνητο.Στη συνέχεια, η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος, που προκύπτει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης, φορολογείται όχι με την ευνοϊκή κλίμακα υπολογισμού του φόρου, η οποία ισχύει για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους και προβλέπει αφορολόγητο όριο εισοδήματος 6.636 - 9.545 ευρώ, αλλά με την κλίμακα φορολόγησης των εισοδημάτων από επιχειρηματικές δραστηριότητες, βάσει της οποίας το φορολογητέο εισόδημα υπόκειται σε φόρο υπολογιζόμενο με συντελεστή 22% από το πρώτο ευρώ.Έτσι, όπως αναφέρει το δημοσίευμα της εφημερίδας, η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτει βάσει των τεκμηρίων διαβίωσης σε όλες αυτές τις περιπτώσεις φορολογουμένων επιβαρύνεται με φόρο 22%. Στη συνέχεια επί του φόρου που προκύπτει επιβάλλεται και προκαταβολή φόρου με συντελεστή αυξημένο από 75% σε 100%.