Έχουν διατυπωθεί απόψεις που είναι όχι απλώς αντισυνταγματικές αλλά έξω από το νομικό μας πολιτισμό. Δεν μπορεί μια ψήφος να μετράει για την εκλογή ενός εκπροσώπου χωρίς να προσμετράται στο σύνολο του εκλογικού αποτελέσματος ή το αντίθετο..
Στον δημόσιο διάλογο και τις τοποθετήσεις των πολιτικών κομμάτων σχετικά με τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης περί διευκόλυνσης της άσκησης των
δικαιώματος συμμετοχής στις εκλογές των Ελλήνων πολιτών που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό έχουν διατυπωθεί προτάσεις και επιχειρήματα που θέτουν υπό αμφισβήτηση ήδη ισχύοντα δικαιώματα Ελλήνων πολιτών. Κάθε σχετική συζήτηση θα πρέπει να έχει ως αφετηρία το ελληνικό σύνταγμα και μόνο. Για να το ξεκαθαρίσουμε. Η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία δεν αφορά στην απόδοση νέου δικαιώματος σε μια μερίδα πολιτών.
δικαιώματος συμμετοχής στις εκλογές των Ελλήνων πολιτών που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό έχουν διατυπωθεί προτάσεις και επιχειρήματα που θέτουν υπό αμφισβήτηση ήδη ισχύοντα δικαιώματα Ελλήνων πολιτών. Κάθε σχετική συζήτηση θα πρέπει να έχει ως αφετηρία το ελληνικό σύνταγμα και μόνο. Για να το ξεκαθαρίσουμε. Η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία δεν αφορά στην απόδοση νέου δικαιώματος σε μια μερίδα πολιτών.
Οι Έλληνες πολίτες που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό, έχουν ήδη το δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές υπό δύο προϋποθέσεις. Να έχουν συμπληρώσει το 17 έτος της ηλικίας τους και να μην έχουν στερηθεί τα πολιτικά τους δικαιώματα με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για ορισμένα εγκλήματα. Κανένας άλλος περιορισμός δεν είναι ανεκτός από το Σύνταγμα. Είναι δε ενδεικτικό ότι το άρθρο 51 παρ. 4 του Συντάγματος που προβλέπει τη δυνατότητα του νομοθέτη να ορίσει τα σχετικά με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των Ελλήνων που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό, δεν αναφέρεται ούτε σε ομογενείς, ούτε σε Έλληνες του εξωτερικού, ούτε σε απόδημους. Αναφέρεται σε «εκλογείς» που «βρίσκονται», ούτε καν διαμένουν μόνιμα, «έξω από την Ελληνική επικράτεια». Μιλάμε για πρόσωπα που κατέχουν ήδη την ελληνική ιθαγένεια και είναι ήδη εγγεγραμμένα στους οικείους εκλογικούς καταλόγους του τόπου καταγωγής τους.
Το Σύνταγμα δεν θέτει καμία άλλη προϋπόθεση ή όρο για τη διατήρηση της Ελληνικής ιθαγένειας και την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος. Είναι αδιάφορο πόσο χρονικό διάστημα διαμένει κάποιος μόνιμα στο εξωτερικό, αν έχει εκδώσει ΑΦΜ, αν επισκέπτεται συχνά τη χώρα, αν είναι ενημερωμένος για τα πράγματα, αν πληρώνει φόρους, όλες αυτές οι προτάσεις είναι βαθύτατα αντισυνταγματικές και προσβλητικές. Δεν υπάρχουν Έλληνες πολίτες διαφορετικών κατηγοριών. Όποιος είναι πολιτογραφημένος Έλληνας, με την πράξη πολιτογράφησης του εγγράφεται μερίμνη του οικείου προξενείου στο δημοτολόγιο του δήμου καταγωγής του στην Ελλάδα και μόλις γίνει 17 ετών στους οικείους εκλογικούς καταλόγους. Αυτόματα δηλαδή αποκτά το δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές.
Η νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης δεν αφορά συνεπώς στην απόδοση κανενός νέου δικαιώματος σε Έλληνες πολίτες. Αφορά αποκλειστικά και μόνο στη διευκόλυνση των Ελλήνων πολιτών που διαμένουν μόνιμα ή βρίσκονται περιστασιακά στο εξωτερικό στην άσκηση του εκλογικού αυτού δικαιώματος. Αντί να παίρνουν τα αεροπλάνα να έρχονται στην Ελλάδα κάθε φορά που επιθυμούν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα ο νόμος θα προβλέψει μια διαδικασία συμμετοχής στις εκλογές από απόσταση. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες έχουν υιοθετήσει τέτοια συστήματα για τους πολίτες τους που διαμένουν μόνιμα ή βρίσκονται περιστασιακά για μια χρονική περίοδο στο εξωτερικό. Πώς μπορεί να γίνει αυτό;
Το Σύνταγμα αναφέρει τα εξής: «Νόμος που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών μπορεί να ορίζει τα σχετικά με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από τους εκλογείς που βρίσκονται έξω από την Επικράτεια. Ως προς τους εκλογείς αυτούς η αρχή της ταυτόχρονης διενέργειας των εκλογών δεν κωλύει την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος με επιστολική ψήφο ή άλλο πρόσφορο μέσο, εφόσον η καταμέτρηση και η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων διενεργείται όποτε αυτό γίνεται και σε ολόκληρη την Επικράτεια». Άρα το σύνταγμα αναφέρεται ρητά στην επιστολική ψήφο ή άλλο πρόσφορο μέσο το οποίο εγγυάται την αμεσότητα, την καθολικότητα και τη μυστικότητα της ψηφοφορίας (άρθρο 51 παρ. 3).
Διεθνώς χρησιμοποιούνται δύο τρόποι οργάνωσης της εκλογικής διαδικασίας οι οποίοι μπορούν να εφαρμοστούν παράλληλα. Ο πρώτος είναι ο ορισμός εκλογικών τμημάτων στις πρεσβείες και τα προξενεία. Δεν είναι ο πιο πρόσφορος γιατί πρεσβείες έχουμε μόνο στις πρωτεύουσες των χωρών που διαμένουν Έλληνες και προξενεία σε κάποιες σημαντικές πόλεις που καλύπτουν όμως μεγάλες γεωγραφικές ενότητες. Είναι όμως νόμιμη η συγκρότηση αυτών των εκλογικών τμημάτων; Καταρχήν πρέπει να αναφερθεί ότι αυτό γίνεται ήδη στις Ευρωεκλογές, οι οποίες όμως διεξάγονται με διαφορετικό νομικό πλαίσιο. Για τις εθνικές εκλογές η σύσταση εκλογικών τμημάτων στις πρεσβείες και τα προξενεία είναι αμφίβολης νομιμότητας. Το σύνταγμα ορίζει ότι οι εκλογές γίνονται στην Ελληνική επικράτεια. Βάσει της σύμβασης της Βιέννης για τις διπλωματικές αποστολές (νόμος 646/1968) οι πρεσβείες και τα προξενεία των χωρών δεν ανήκουν στην επικράτεια τους. Μπορεί να έχουν απαραβίαστο αλλά ανήκουν στην επικράτεια της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένα και υπάρχουν αμέτρητες δικαστικές αποφάσεις για το θέμα.
Η επιστολική ψήφος είναι πιο ενδεδειγμένη μέθοδος. Στη Γερμανία εφαρμόζεται ακόμα και για τους πολίτες που την ημέρα των εκλογών ενώ βρίσκονται εντός της πόλης που είναι εγγεγραμμένοι κωλύονται να πάνε στο εκλογικό τμήμα της γειτονιάς τους. Συνήθως το σύστημα αυτό προβλέπει τα εξής. Ο πολίτης που επιθυμεί να ψηφίσει υποβάλλει σχετικό αίτημα με μια τυποποιημένη αίτηση στο πλησιέστερο προξενείο. Η αίτηση αυτή διαβιβάζεται στο υπουργείο Εξωτερικών το οποίο μεριμνά για την προώθησή της στην κεντρική εφορευτική επιτροπή. Η κεντρική εφορευτική επιτροπή αποστέλλει είτε στο προξενείο είτε απευθείας στον ενδιαφερόμενο μια ειδική επιστολή με σφραγισμένο φάκελο στον οποίο περιέχεται το ψηφοδέλτιο της εκλογικής περιφέρειας στην οποία είναι εγγεγραμμένος ο πολίτης. Το φάκελο αυτό τον επιστρέφει ο πολίτης μέσω του προξενείου στην κεντρική εφορευτική επιτροπή με δικά του έξοδα. Για τη διασφάλιση της ταυτόχρονης έκδοσης του εκλογικού αποτελέσματος, κάτι που απαιτείται από το Σύνταγμα μας, η διαδικασία αυτή ξεκινάει τουλάχιστον τρεις εβδομάδες πριν την ημέρα διεξαγωγής των εκλογών. Όποια επιστολή δεν φτάσει στην κεντρική εφορευτική επιτροπή μέχρι μια προκαθορισμένη ημερομηνία δεν θεωρείται έγκυρη.
Το τελευταίο ζήτημα που απασχολεί, και έχει δημιουργήσει τεράστια σύγχυση, έχει να κάνει με τρόπο με τον οποίο θα προσμετρώνται οι ψήφοι των Ελλήνων πολιτών που διαμένουν στο εξωτερικό. Έχουν διατυπωθεί απόψεις που είναι όχι απλώς αντισυνταγματικές αλλά έξω από το νομικό μας πολιτισμό. Δεν μπορεί μια ψήφος να μετράει για την εκλογή ενός εκπροσώπου χωρίς να προσμετράται στο σύνολο του εκλογικού αποτελέσματος ή το αντίθετο. Το Σύνταγμα μας εγγυάται την ισότητα των Ελλήνων πολιτών. Στις εκλογές η γενική αυτή αρχή σημαίνει ότι κάθε ψήφος πρέπει να έχει ισοδύναμο αποτέλεσμα. Υπάρχουν χώρες που έχουν συστήσει εκλογικές περιφέρειες εξωτερικού. Για να γίνει και στην Ελλάδα κάτι τέτοιο (πχ. Ευρώπη, Αμερική, Αφρική, Ασία κλπ) το σύνταγμα μας επιβάλει να γίνει απογραφή του Ελλήνων που μένουν μόνιμα στο εξωτερικό, κάτι που είναι πολύ δύσκολο. Συγκεκριμένα το Σύνταγμα ορίζει ότι: «O αριθμός των βουλευτών κάθε εκλογικής περιφέρειας ορίζεται με προεδρικό διάταγμα, με βάση το νόμιμο πληθυσμό της περιφέρειας που προκύπτει, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, από τους εγγεγραμμένους στα οικεία δημοτολόγια, όπως νόμος ορίζει (άρθρο 54 παρ. 2)». Είναι εφικτό να γίνει παγκόσμια απογραφή των Ελλήνων που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό; Το αφήνω στην κρίση σας. Δεδομένου ότι οι Έλληνες πολίτες που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό είναι ήδη εγγεγραμμένοι σε εκλογικούς καταλόγους των δήμων καταγωγής τους μπορούν και επιβάλλεται να ψηφίζουν με επιστολική ψήφο τα ψηφοδέλτια της οικείας εκλογικής τους περιφέρειας.
Τα πολιτικά κόμματα οφείλουν κατά τη διατύπωση των προτάσεων τους για τόσο καίρια ζητήματα που αφορούν στον πυρήνα της δημοκρατίας στην Ελλάδα να διατυπώνουν θέσεις και προτάσεις που δεν οδηγούν σε συρρίκνωση των δικαιωμάτων που ρητά προβλέπει το Σύνταγμα για τους Έλληνες πολίτες.