ΜΕΙΩΣΗ ΜΙΣΘΩΝ ΚΑΙ ΜΝΗΜΟΝΙΑ - ΕΝΣΤΑΣΗ ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ


Αναθεωρημένο και συμπληρωμένο άρθρο μετά από την απόφαση 2307/2014 ΣτΕ. (Αντιγράφεται και για αγωγή) .
Η αγωγή απορρίφθηκε λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος από το Πρωτοδικείο και ασκήθηκε έφεση με το παρακάτω περιεχόμενο.

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ – ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ- ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Το άρθρο 22 παρ. 2 του Συντάγματος κατοχυρώνει τη συλλογική αυτονομία, η οποία σημαίνει, ότι οι εκπρόσωποι των εργαζόμενων έχουν την εξουσία να συνάπτουν με τους εργοδότες τους συμβάσεις για τη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ των εργοδοτών και των εργαζόμενων για τον καθορισμό των όρων εργασίας, τα δικαιώματά και τις υποχρεώσεις τους που γεννιούνται από την έννομη σχέση της εργασίας. Με την παραπάνω συνταγματική διάταξη θέτεται συνταγματικός περιορισμός στον νομοθέτη να παρεμβαίνει αποκλειστικά στη ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και παραχωρείται συντεταγμένη αρμοδιότητα στις συνδικαλιστικές οργανώσεις να ρυθμίζουν τις εργασιακές σχέσεις με συλλογικές συμβάσεις ή με προσφυγή στη διαιτησία. (Δαγτόγλου, Ατομικά Δικαιώματα, 2005-206, σελ. 976 επ.). Το περιεχόμενο της συλλογικής αυτονομίας είναι παρόμοιο με αυτό της ιδιωτικής αυτονομίας. Οι φορείς της συλλογικής αυτονομίας έχουν το δικαίωμα να καθορίζουν το περιεχόμενο των συμβάσεων με ελεύθερη βούληση. Με αυτόν τον τρόπο εξοπλίζονται οι εργαζόμενοι με διαπραγματευτική ισχύ απέναντι στον εργοδότη τους (Βλαστός Συλλογικές Εργασιακές Σχέσεις, 2006, σελ. 3) σε ζητήματα που έχουν άμεση επιρροή στη συντήρηση και τη διατροφή τους. 
Σύμφωνα με τις διατάξεις του Παραρτήματος V 1 κεφαλαίου Ε παράγραφοι 28 και 29 του Ν. 4046/2012, του άρθρου 1 παρ. 1 και 4 της ΠΥΣ 6/2012 και του άρθρου 8 του Ν. 1876/1990 οι μισθοί των ιδιωτικών υπαλλήλων άνω των 25 ετών από την 14.02.2012 μειώνονται όπως είχαν διαμορφωθεί    σύμφωνα με την ΕΓΣΣΕ της 15.07.2010 κατά 22 % μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Σύμφωνα με το παράρτημα VI  κεφάλαιο Ε παρ. 28 του Ν. 4046/2012, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 της υπ’ αριθμ. 6/2012 ΠΥΣ από 14.02.2012 αναστέλλεται η ισχύς διατάξεων νόμων, κανονιστικών πράξεων, συλλογικών συμβάσεων ή διαιτητικών αποφάσεων, οι οποίες προβλέπουν αυξήσεις μισθών ή ημερομισθίων, περιλαμβανόμενων και εκείνων περί υπηρεσιακών ωριμάνσεων με μόνη την προϋπόθεση την πάροδο συγκεκριμένου χρόνου εργασίας, όπως ενδεικτικά το επίδομα πολυετίας, το επίδομα χρόνου εργασίας, το επίδομα τριετίας και το επίδομα πενταετίας μέχρι το ποσοστό της ανεργίας να διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10%. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος του εθνικού ποσοστού ανεργίας των τελευταίων τεσσάρων τριμήνων, όπως αυτός αποτυπώνεται στην ΈΡΕΥΝΑ εργατικού δυναμικού της ΕΛ.ΣΤΑΤ. 

Σύμφωνα με την περίπτωση 2α της  υποπαραγράφου ΙΑ 11 περ. 1 του Ν.4093/2012  αντικαταστάθηκε η παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 1876/1990 ως εξής : Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας που ισχύουν για τους εργαζόμενους της χώρας. Βασικοί μισθοί, βασικά ημερομίσθια, κάθε είδους προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος ισχύουν μόνο για τους εργαζόμενους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλόμενων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου. 
Σύμφωνα με την περίπτωση 3 της ίδιας υποπαραγράφου ορίστηκε ότι μέχρι τη λήξη της περιόδου οικονομικής προσαρμογής που προβλέπουν τα Μνημόνια που προσαρτώνται στο Ν. 4046/2012 και οι επακολουθούσες τροποποιήσεις αυτών καθορίζεται ο νόμιμος κατώτατος μισθός υπαλλήλων και το ημερομίσθιο εργατοτεχνιτών ως εξής : 
(α) για τους υπαλλήλους άνω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός ορίζεται 586,08 ευρώ και τους εργατοτεχνίτες άνω των 25 ετών το κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται σε ποσό 26,18 ευρώ 
(γ) i) o κατά τα άνω κατώτατος μισθός των υπαλλήλων άνω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 10 % για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως τρεις τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία 9 ετών και άνω και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών άνω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 5 % για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως έξι τριετίες και συνολικά 30 % για προϋπηρεσία 18 ετών και άνω. 
(ε) Πέρα της μηνιαίας τακτικής προσαύξησης λόγω προϋπηρεσίας καμία άλλη προσαύξηση δεν περιλαμβάνεται στο νομοθετικώς καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο 
(στ) Έως ότου η ανεργία διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10 % αναστέλλεται η προσαύξηση του νομοθετικώς καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου για προϋπηρεσία που συμπληρώνεται μετά την 14.02.2012. 
Επειδή σύμφωνα με το κεφάλαιο Ε παρ. 28 του Ν. 4046/2012, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 της υπ’ αριθμ. 6/2012 ΠΥΣ από 14.02.2012 μειώνεται το ποσό των αποδοχών του εργαζόμενου, διότι αναστέλλεται η ισχύς των παραπάνω συλλογικών συμβάσεων που προβλέπουν αυξήσεις στο μισθό με μόνη προϋπόθεση την πάροδο συγκεκριμένου χρόνου εργασίας ιδίως λόγω προϋπηρεσίας και πολυετίας και επομένως υφίσταται περιουσιακή και μη περιουσιακή ζημία. Επειδή η παραπάνω μείωση μισθού ισχύει μέχρι τη μείωση της ανεργίας κάτω του 10 % και άρα δεν είναι προσωρινή, αλλά μόνιμη, διότι σήμερα το ποσοστό ανεργίας είναι 28 % με αυξητικές τάσεις λόγω της μακροχρόνιας ύφεσης άλλως γιατί είναι αδύνατον να προσδιοριστεί κατά προσέγγιση πότε το ποσοστό ανεργίας θα μειωθεί από 28 % σε λιγότερο του 10 %. 
Επειδή με την ως άνω διάταξη καταργήθηκαν οι κανονιστικές και οι ενοχικές  διατάξεις που θεσπίστηκαν με τη συλλογική αυτονομία των συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζόμενων και εργοδοτών και αφορούν τις προσαυξήσεις μισθών λόγω του χρόνου υπηρεσίας με συνέπεια τη μείωση του μισθού του εργαζόμενου. 
Επειδή η τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 1876/1990 με την περίπτωση 2α της υποπαραγράφου ΙΑ 11 του ν. 4093/2012 παραβίασε τη συλλογική αυτονομία των συνδικαλιστικών οργανώσεων να καθορίζουν το περιεχόμενο των συλλογικών συμβάσεων ως προς τις αποδοχές των εργαζόμενων. Ο καθορισμός του μισθού μου μόνο με νόμο καταλύει το δικαίωμα της συλλογικής αυτονομίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων να καθορίζουν τους όρους εργασίας, όπως είναι ο μισθός. Άμεση συνέπεια αυτής της διάταξης ήταν η περιουσιακή και η μη περιουσιακή ζημία του εργαζόμενου με τη μείωση του μισθού του.
Η παραπάνω προσβολή του πυρήνα της συλλογικής αυτονομίας με αποτέλεσμα τη μείωση των αποδοχών του εργαζόμενου εκφράζεται συγκεκριμένα με τις διατάξεις της περίπτωσης 3 της ίδιας υποπαραγράφου υπό στοιχεία (α), (γ) i), (ε) και (στ). 
Επομένως οι παραπάνω διατάξεις του κεφαλαίου Ε παρ. 28 του Ν. 4046/2012, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 της υπ’ αριθμ. 6/2012 ΠΥΣ, οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 1876/1990 σε συνδυασμό με την περίπτωση 2α της υποπαραγράφου ΙΑ 11 του ν. 4093/2012 και οι διατάξεις της περίπτωσης 3 της ίδιας υποπαραγράφου υπό στοιχείο (α), (γ) i), (ε) και (στ) είναι αντισυνταγματικές και προσβάλλουν το δικαίωμά του εργαζόμενου για καθορισμό μισθού μέσω της διαπραγματευτικής ισχύος των συνδικαλιστικών οργανώσεων καθώς έδωσαν τη δυνατότητα στους εργοδότες να εφαρμόζουν τη μείωση του μισθού χωρίς περιορισμούς και διαπραγματεύσεις από τους εργαζόμενους
Συνέπεια ήταν να επέλθουν μείωση των αποδοχών των εργαζόμενων, δυσμενή μεταβολή του βιοτικού επιπέδου του εργαζόμενου και αδυναμία διαπραγμάτευσης των όρων εργασίας με τον νομοθετικό καθορισμό του βασικού μισθού και την κατάργηση των προσαυξήσεων μισθού λόγω προϋπηρεσίας.

ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΟΜΟΘΕΤΗ
Από το εισαγωγικό τμήμα του παραρτήματος V_1 του Ν. 4046/2012 προκύπτει πως :
- ο νομοθέτης εκτίμησε, ότι η Ελλάδα έχει πρόβλημα ανταγωνιστικότητας
- ο νομοθέτης αδυνατεί να  αποδώσει με ασφάλεια το εύρος και το χρόνο που θα αποδώσουν τα μέτρα, τα οποία είναι εγγενώς αβέβαια
- ο νομοθέτης επιδιώκει  την εξισορρόπηση της οικονομίας, τη στήριξη της ανάπτυξης και της απασχόλησης, την αποκατάσταση της  δημοσιονομικής βιωσιμότητας και τη διασφάλιση της οικονομικής σταθερότητας ο νομοθέτης θα εξασφαλίσει τη μείωση στο ανά μονάδα κόστος εργασίας και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας  μέσω ενός συνδυασμού περικοπών ονομαστικών μισθών και διαρθρωτικών αλλαγών
- ο νομοθέτης θεωρεί ότι με την πάροδο του χρόνου  το επιχειρηματικό κλίμα θα επωφεληθεί από την επιτυχημένη εφαρμογή του PSI και η οικονομική δραστηριότητα και η αύξηση της απασχόλησης  θα επιταχυνθούν  καθώς θα μειώνεται το ανά κόστος εργασίας θα υλοποιούνται διαρθρωτικές αλλαγές και θα ολοκληρώνεται η δημοσιονομική προσαρμογή
- ο νομοθέτης θεωρεί ότι το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας θα συρρικνωθεί σε σχέση με τους εμπορικούς εταίρους με τις μειώσεις των αποδοχών
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του Ν.4093/2012 το ύψος του κατώτατου μισθού έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις στο επίπεδο της συνολικής  απασχόλησης και στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας καθώς και στις εξαγωγικές επιχειρήσεις επηρεάζοντας τα δημοσιονομικά μεγέθη.
Σύμφωνα με τα παραπάνω ο νομοθέτης περιορίζει τη διαπραγματευτική ικανότητα του εργαζόμενου και μειώνει το μισθό με επιπτώσεις στο επίπεδο διαβίωσης με τις προαναφερθείσες διατάξεις του Ν.4046/2012, της ΠΥΣ 6/2012 και του Ν.4093/2012 για την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος που εκδηλώνεται με την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, δηλαδή των επιχειρήσεων.

ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ – ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥ
 Η εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος δεν επιτρέπεται να παραβιάζει τα όρια που θέτει η αρχή της αναλογικότητας. Η αρχή της αναλογικότητας σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 1 εδ. 4 θέτει περιορισμούς στην εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος.
Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας ο σκοπός του περιορισμού, δηλαδή η εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος που εξειδικεύεται με τη μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους μέσω της αύξησης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων πρέπει να είναι σαφής και να αποδεικνύεται λόγω της αρχής in dubio pro libertate, έτσι ώστε σε περίπτωση απλών αμφιβολιών δεν πρέπει να περιορίζεται το δικαίωμα, αλλά να επιτρέπεται η ελεύθερη άσκησή του.
Καταρχήν σύμφωνα με τα έγγραφα εργασίας, τις μελέτες και τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της κάθε χώρας υπολογίζεται με βάση την καινοτόμο βιομηχανική πολιτική, τη βιώσιμη βιομηχανία, τις εξαγωγικές επιδόσεις, το επιχειρηματικό περιβάλλον και την επιχειρηματικότητα, τη δημόσια διοίκηση, τη χρηματοδότηση και τις επενδύσεις. Σε αυτές τις παραμέτρους που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα δεν υπολογίζεται το ύψος των αποδοχών  των εργαζόμενων.
Περαιτέρω οι εξαγωγές της χώρας εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης  μέχρι το 2012 όταν και θεσμοθετήθηκε ο νόμος 4046/2012 ήταν σε ανοδική πορεία χωρίς να μειωθούν ραγδαία οι μισθοί και χωρίς νομοθετικές παρεμβάσεις στο εργασιακό κόστος.
Επίσης σχετικά με το εργατικό δυναμικό, ως συντελεστής της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων,  η Ευρωπαϊκή Ένωση δίνει έμφαση στις επιδεξιότητες, την εκπαίδευση, τα προσόντα και την παραγωγικότητα των εργαζόμενων. Σε καμιά περίπτωση δεν αναφέρεται στο ύψος των μισθών των εργαζόμενων, δηλαδή στο μισθολογικό κόστος.
Εξάλλου ο ίδιος ο νομοθέτης δηλώνει στα εισαγωγικά των διατάξεων για τη μείωση των μισθών του Ν. 4046/2012, ότι τα αποτελέσματα των μέτρων είναι αβέβαια.
Με την αρχή της αναλογικότητας ελέγχεται αν ο περιορισμός  του δικαιώματος   τελεί σε αναλογία με τον σκοπό του περιορισμού, δηλαδή αν ο σκοπός του περιορισμού υπερτερεί του περιορισμού – προσβολής του δικαιώματος (ΑΠ 24/2012, ΝΟΜΟΣ).
Στην προκείμενη περίπτωση αμφισβητείται, αν η αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων αποτελεί εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος.  
Αυτή η προσβολή των  συνταγματικών  μου δικαιωμάτων δεν δικαιολογείται από τις ασαφείς διατυπώσεις των παραπάνω διατάξεων  σχετικά με την αύξηση της ανταγωνιστικότητας που επηρεάζεται κυρίως από άλλους παράγοντες και όχι από το εργασιακό κόστος σύμφωνα με τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
 Η αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων που θα εξυπηρετούσε τα δημοσιονομικά προβλήματα μέσω της μείωσης των μισθών των υπαλλήλων του ιδιωτικού τομέα δεν εξειδικεύεται και αναφέρεται αόριστα, χωρίς καμία ειδική μελέτη που θα έπρεπε να συνοδεύει τη νομοθετική παρέμβαση που κατάργησε τις συλλογικές συμβάσεις που επηρέαζαν τη μισθοδοσία μας και το επίπεδο διαβίωσής μας.
Επίσης δεν αποδεικνύεται η δυνατότητα αύξησης της ανταγωνιστικότητας (ή των θέσεων εργασίας) και της θετικής επιρροής της στα δημόσια οικονομικά.
Ενόψει της προσβολής  των συνταγματικών   δικαιωμάτων από τα άρθρα 5 και 22 του Συντάγματος λόγω παραβίασης του επίπεδου διαβίωσής του εργαζόμενου και της κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων με συνέπεια την αποδυνάμωση της διαπραγματευτικής μας ισχύος απέναντι στον εργοδότη  ο νομοθέτης δεν φαίνεται να βασίστηκε   σε καμία αρχή της οικονομικής επιστήμης, την οποία θα έπρεπε να λάβει υπόψη και επικαλέστηκε αόριστα και δηλώνοντας αβεβαιότητα χωρίς να μπορεί να αποδειχθεί η αύξηση της ανταγωνιστικότητας.  
Η αοριστία και η μη απόδειξη περί αύξησης της ανταγωνιστικότητας, η ασάφεια και η αβεβαιότητα (που δηλώνεται και από τον νομοθέτη) με τα αποτελέσματα των μέτρων που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην επίλυση των δημοσιονομικών μέτρων σημαίνει ότι στην ουσία δεν εξυπηρετείται η αύξηση της ανταγωνιστικότητας όπως τέθηκε ως εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος (ΑΠ 24/2012, ΝΟΜΟΣ).
Η υπ’ αριθμ. 2307/2014 απόφαση του ΣτΕ σε Ολομέλεια που έκρινε τις παραπάνω διατάξεις συνταγματικές,
-      δεν διέλαβε τους προαναφερόμενους όρους που θεμελιώνουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων  σύμφωνα με τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
-      παρέβλεψε να χρησιμοποιήσει τις αρχές της οικονομικής επιστήμης αιτιολογώντας εσφαλμένα, ότι ο εφαρμοστής του δικαίου δεν κρίνει την επιστημονική ποιότητα και επάρκεια, δηλαδή δεν χρησιμοποιεί ειδικές γνώσεις και τις επιστήμες σύμφωνα με τους κανόνες του Δίκαιου Απόδειξης
-      και θεώρησε εσφαλμένα, ότι η μείωση του μισθού νομοθετικά και η αναστολή των αυξήσεων  των μισθών έχουν προσωρινό χαρακτήρα, ενώ ισχύουν  μέχρι  η ανεργία να μειωθεί στο 10 % όμως  η ανεργία αυξάνεται από το 2012 μέχρι σήμερα
Περαιτέρω η πλειοψηφία της Ολομέλειας αρκέστηκε στις ασαφείς και αναπόδεικτες διατυπώσεις του νομοθέτη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εξαγωγές της χώρας μέχρι το 2012 και την εφαρμογή των προσβαλλόμενων για αντισυνταγματικότητα διατάξεων αυξάνονταν.
Η μειοψηφία στην παραπάνω απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ φαίνεται ότι ακολούθησε τη θεωρία της αρχής της αναλογικότητας, όπως διατυπώθηκε από τον Άρειο Πάγο με την προαναφερόμενη υπ’ αριθμ. 24/2012 απόφασή του.
Επομένως ο νομοθέτης με τις παραπάνω διατάξεις παραβίασε  την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, κατά την οποία  η εξυπηρέτηση του σκοπού πρέπει να είναι ανάλογη προς την προσβολή του συνταγματικού δικαιώματος σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 1 εδ. δ΄. 
 Επειδή σύμφωνα με τις  παραγράφους 28 και 29 του κεφαλαίου Ε του παραρτήματος V  προβλέπεται μείωση στους μισθούς των εργαζόμενων.
Επειδή αυτές οι μειώσεις επιβλήθηκαν με το άρθρο 1  παρ. 1 της υπ’ αριθμ. 6/2012 ΠΥΣ, με το οποίο ρυθμίστηκε μείωση των μισθών κατά 22 % όπως είχαν διαμορφωθεί την 01.01.2012.
Επειδή με το άρθρο 4 της υπ’ αριθμ. 6/2012 ΠΥΣ αναστάληκε η ισχύς των συλλογικών συμβάσεων σχετικά με αυξήσεις μισθών, το επίδομα πολυετίας, το επίδομα τριετίας και το επίδομα πενταετίας μέχρι το ποσοστό ανεργίας να ανέλθει σε ποσοστό 10 % σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ.
Επειδή το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε από το 2012 μέχρι το πρώτο τρίμηνο του  2014 από ποσοστό 24,2 % σε ποσοστό 27,8 %, άρα το μέτρο δεν είναι προσωρινό, αλλά μόνιμο, διότι δεν φαίνεται στο άμεσο μέλλον η μείωση του ποσοστού ανεργίας από 27,3 % σε ποσοστό 10 %. Αντίθετα η ανεργία κλιμακώνεται από το 2012.
Επειδή με το άρθρο ΙΑ. 10 του Ν. 4093/2012 ο  κατώτατος μισθός ορίζεται σε ποσό 586,08 € και αναγνωρίζονται αποδοχές λόγω προϋπηρεσίας μόνο μέχρι τριών τριετιών.
Επειδή οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας  έχουν θεμέλιο το άρθρο ΙΑ 10 του ν. 4093/2012, τις διατάξεις από   τις  παραγράφους 28 και 29 του κεφαλαίου Ε του παραρτήματος V 1 ν. 4046/2012  και από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 και άρθρου 4 ΠΥΣ 6/2012.
Επειδή οι προαναφερόμενες διατάξεις προσβάλλουν τον πυρήνα της συλλογικής αυτονομίας του άρθρου 22 του Συντάγματος.
  Επειδή παραβιάζεται η αρχή της εύνοιας υπέρ του εργαζόμενου με την υπεροχή του νόμου απέναντι στις συλλογικές συμβάσεις που προβλέπουν ευνοϊκότερους όρους εργασίας και αποδοχών.
Επειδή προσβάλλεται το δικαίωμά μας από το άρθρο 5 του Συντάγματος για αξιοπρεπή διαβίωση καθώς με τις νομοθετημένες αποδοχές μειώνεται το επίπεδο διαβίωσής μας και βρισκόμαστε στο κατώφλι της φτώχιας  χωρίς παρακράτηση για τα ασφαλιστικά ταμεία και τις φορολογικές μας υποχρεώσεις.  
Επειδή έχουμε έννομο συμφέρον να επικαλούμαστε την αναγνώριση ισχύος των παραπάνω συλλογικών συμβάσεων για τον καθορισμό των αποδοχών μας λόγω αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων (Σκέψη 17 της υπ’ αριθμ. 2307/2014 απόφασης του ΣτΕ, ΝΟΜΟΣ).
Οπότε οι προαναφερθείσες διατάξεις είναι αντισυνταγματικές   και άρα η εφαρμογή τους  αποτελεί δυσμενή μεταβολή των όρων εργασίας μου.

(το ίδιο και αν έχει προηγηθεί επιχειρησιακή σύμβαση εργασίας).

Στα χέρια του συντάκτη υπάρχουν οι εκθέσεις της ευρωπαϊκής επιτροπής για τα μεγέθη που μετρώνται για την εκτίμηση της ανταγωνιστικότητας και για την αυξητική τάση των εξαγωγών της χώρας μέχρι το 2012, το όριο  για το κατώφλι της φτώχειας και τα στοιχεία για την αύξηση της ανεργίας.



17.09.2014
Γιώργος Πάσογλου


Νομικά Ανάλατα http://nomika-analata.blogspot.com/2014/09/blog-post_17.html#ixzz3DkDIosmq
https://www.facebook.com/groups/515819975096677
Follow us: @NomikaAnalata on Twitter

Δεν υπάρχουν σχόλια: